Γεωργία Ντέτσερ: Η Πάφος είναι σαν έτοιμη από καιρό

Γεωργία Ντέτσερ: Η Πάφος είναι σαν έτοιμη από καιρό

H διευθύντρια του καλλιτεχνικού προγράμματος της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης Πάφος 17 έχει πολλά ενδιαφέροντα να πει. Με πιο συναρπαστικό το αφήγημα της ζωής της.

Μένει απέναντι από το γραφείο της, σε ένα διαμέρισμα που βλέπει στη θάλασσα. Από επιλογή της, μου εξηγεί. «Θεωρώ ότι είναι ένα πολύ ωραίο σημείο αναφοράς να ξυπνάς και να βλέπεις το φως και την ατέλειωτη προοπτική της θάλασσας». Στην Πάφο είναι σχετικά καινούρια, αφού μόλις πριν από δύο χρόνια πακέταρε κάποια από τα υπάρχοντά της και αποχαιρέτησε το σπίτι της στη Λεμεσό. Αναλαμβάνοντας καθήκοντα ως διευθύντρια του καλλιτεχνικού προγράμματος της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης Πάφος 17, ένιωσε την ανάγκη να γίνει πρώτα πολίτης της Πάφου.


«Δεν θα μπορούσα αλλιώς να αποκτήσω την εσωτερική ματιά που χρειάζεται, για την κοινωνία, τους ανθρώπους, το πολιτιστικό τοπίο». Μιλά για την πρώτη γνωριμία της με την πόλη και μου μεταφέρει τον ενθουσιασμό της για μια αυθεντικότητα που ανακάλυψε εκεί. «Η απόσταση από την πρωτεύουσα σίγουρα δημιουργεί δυσκολίες, υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος. Στη Λευκωσία υπάρχουν εκατοντάδες δημιουργοί, καλλιτέχνες, άνθρωποι του χώρου που διαρκώς συναντώνται, σχετίζονται, ανακυκλώνονται, κάτι που ενδεχομένως δημιουργεί μια επικοινωνία κάπως δήθεν. Στην Πάφο, λοιπόν, υπάρχει ακόμη μια αυθεντικότητα στους ανθρώπους, μια αλήθεια».

Με ξεναγεί στο αγαπημένο της σημείο στην πόλη, «εκεί γύρω από το δημαρχείο, όπου συγκεντρώνεται ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης ιστορίας της Πάφου, με τα σχολεία και τα νεοκλασικά κτήρια, όπου θα γίνει η έναρξη της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, στις 28 Ιανουαρίου». Μου προτείνει το αγαπημένο της στέκι για φαγητό και το τηλέφωνο που χτυπάει μας προσγειώνει και πάλι στην πραγματικότητα. Στο γραφείο της επικρατεί μια δημιουργική ακαταστασία. Το Πάφος 17 είναι σχεδόν παντού. Στο σημειωματάριο που κρατά, στο στυλό της, στις αφίσες στους τοίχους, στα έντυπα επάνω στο τραπέζι. Καταλαβαίνεις αμέσως πώς είναι ο χώρος ενός ανθρώπου που κάνει τη δουλειά του με πάθος. Εκεί, στον αριθμό 55 της Γρίβα Διγενή, μου εξηγεί πως έχει βρει το δεύτερο σπίτι της. «Η δουλειά μου ήταν πάντα και το σπίτι μου, ποτέ δεν ξεχώρισα αυτά τα δύο…».

Χρειάστηκε να κάνετε σκληρές θυσίες κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής σας πορείας; Αν η επιτυχία έρχεται πάντα μ’ ένα τίμημα, ποιο ήταν το δικό σας; Ως μητέρα πολύ αφοσιωμένη στη δουλειά της, είχα λιγότερο χρόνο απ’ ό,τι ίσως έπρεπε για τον γιο μου. Θυσία δεν ξέρω αν ήταν, πάντως αυτό ήταν το τίμημα, να μην είμαι πάντα εκεί όταν έπρεπε.

Του μεταδώσατε την αγάπη σας για τον πολιτισμό; Τον έπαιρνα στο θέατρο, ήταν πάντα κοντά στα πολιτιστικά. Παρόλα αυτά δεν με ακολουθεί ούτε στα διαβάσματα, ούτε στις επιλογές του. Ευελπιστώ ότι πολλά απ’ όσα έζησε και είχε την ευκαιρία να δει και να μάθει, θα τα εισπράξει αργότερα.

Με ποιο πρότυπο μητέρας μεγαλώσατε εσείς; Η μητέρα μου τον περισσότερο καιρό δεν δούλευε, ο πατέρας μου ήταν αυτός που έφερνε το εισόδημα στο σπίτι. Ωστόσο υπήρξε η τυπική Κύπρια μητέρα, χωρίς μεγάλη μόρφωση και πολλά ενδιαφέροντα, όμως ένας βράχος για την οικογένεια και τα παιδιά της. Μας μεγάλωσε με πολλή αγάπη, αφιερώνοντάς μας πολύ χρόνο. Τόσο πολύ, που δεν ήθελες να τον έχεις (γέλια).

Θέλατε από μικρή να ξεφύγετε από την τότε προκαθορισμένη πορεία της γυναίκας στην κοινωνία; Ήθελα μόλις τελειώσω το σχολείο να φύγω από την Κύπρο. Τότε για μένα ήταν πολύ σημαντική η αναζήτηση του κόσμου.

Η μητέρα σας ήταν δεκτική; Υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη μητέρα μου και μένα ως προς τον τρόπο που βλέπαμε τη ζωή. Σ’ εκείνη αρκούσε αυτό που ήξερε, σ’ εμένα καθόλου. Παρόλα αυτά, δεν υπήρξε περιοριστική, μας υποστήριζε σε κάθε μας βήμα.

Αυτή η ανυπομονησία να φύγετε, πού σας οδήγησε; Οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι ώστε να βρεθώ στη Γερμανία τέλη της δεκαετίας του ’70 για να σπουδάσω Κοινωνικές Επιστήμες. Εκεί γνώρισα σπουδαίους ακαδημαϊκούς και διανοούμενους. Έζησα μια σημαντική περίοδο της Γερμανίας, η οποία με ενίσχυσε με γνώσεις και εικόνες. Και την ευγνωμονώ τη Γερμανία γι’ αυτό.

Ήταν δύσκολη η προσαρμογή στην κοινωνία της Γερμανίας; Μιας Γερμανίας που ακόμα απέπνεε κάτι από Ψυχρό Πόλεμο και λόγω του Τείχους του Βερολίνου; Η Γερμανία είναι -τουλάχιστον ήταν- μια χώρα όπου εάν ήθελες μπορούσες να εισπράξεις, να μάθεις πολλά. Στη δεκαετία του ’70 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ήταν μια πάρα πολύ ανοιχτή κοινωνία, που έκανε επανάσταση απέναντι στο παρελθόν της και τον καθωσπρεπισμό. Οι νέοι άνθρωποι ήταν πολύ ανοικτοί, πραγματικά προοδευτικοί. Σπούδασα σε μια πόλη γεμάτη φοιτητές, με πολλές ελευθερίες, αλλά και σαφείς κανόνες. Κανόνες που δημιουργούσαν όχι μόνο υποχρεώσεις, αλλά και δικαιώματα. Και αυτός είναι ακριβώς ο ρόλος της δημοκρατίας. Πολύ πιο συντηρητική ήταν η κοινωνία της Κύπρου που άφησα πίσω μου παρά αυτή της Γερμανίας που συνάντησα.

Τι θυμάστε πιο έντονα από το Τείχος; Στην καθημερινή μου ζωή ήταν σχεδόν ανύπαρκτο. Μόνο όταν ταξίδεψα δυο τρεις φορές στο Δυτικό τότε Βερολίνο ήρθα αντιμέτωπη με αυτό. Δεν ξέρω αν οφείλεται στην αποστασιοποιημένη και αναμφίβολα ψύχραιμη στάση των Γερμανών τότε ένθεν και ένθεν, όμως δεν μπορώ να θυμηθώ τι συναισθήματα μου προκαλούσε η θέα του. Πιο πολύ το εισέπραττα μέσα από τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο. Αντίθετα, έζησα πολύ συνειδητά και με μεγάλη συγκίνηση την πτώση του.

Αφήσατε το φοιτητικό κίνημα στη Γερμανία να σας παρασύρει; Υπήρξατε μαχητική; Ναι, υπήρξα οργανωμένη ως φοιτήτρια. Θυμάμαι αρκετές μάχες σε φοιτητικές συναντήσεις τη δεκαετία του ’70 στη Γερμανία. Παρόλο που δεν σταμάτησα να είμαι ενεργή και να συμμετέχω στα κοινά με πολλούς τρόπους, όταν είσαι 18 και 20 ασχολείσαι αλλιώς με τα κοινωνικοπολιτικά.

Αργότερα, τι στάση κρατήσατε απέναντι σε αυτά τα ζητήματα; Στα νιάτα μου υπήρξα κυρίως ανυπόμονη, μαχητική και πολλές φορές προκλητική και υπερβολική στις τοποθετήσεις μου. Με τα χρόνια θεωρώ ότι έχω βρει τις ισορροπίες μέσα μου και μπορώ να επιλέγω δρόμους όπου τα πράγματα έχουν μία αρμονία, χωρίς πολλούς τριγμούς και ρήξεις.

Η επιστροφή σας στην Κύπρο ήταν απογοητευτική; Καταρχάς επέστρεψα παντρεμένη. Ήταν επιλογή του τότε συζύγου μου να χτίσουμε μια ζωή εδώ. Εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ δημιουργικά, καθώς και οι δύο αρχίζαμε την επαγγελματική μας πορεία. Φεύγοντας ήμουν ένα παιδί χωρίς ιδιαίτερες εικόνες, εμπειρίες και γνώσεις. Επιστρέφοντας ήμουν πιο ώριμη να προσλάβω τα πράγματα αλλιώς, να ξαναδώ τη χώρα μας με άλλα μάτια.

Στη Γερμανία οφείλετε αυτό που είστε σήμερα; Η Γερμανία μου έδωσε πολλά εφόδια, αλλά είναι πολλοί οι παράγοντες που έχουν παίξει ρόλο. Και η οικογένειά μου και τα σχολικά μου χρόνια στη Λευκωσία σε μια εποχή που υπήρχε μια φλόγα και μια πνευματική ανάπτυξη, και οι φίλοι μου εδώ, στη Γερμανία, στην Αθήνα. Γιατί και η Αθήνα υπήρξε κομβικό σημείο στην πορεία μου, από την άποψη ότι έχω αντλήσει γνώσεις και έχω δεχτεί πολλές επιδράσεις από εκεί. Στην Αθήνα επέστρεφα συνεχώς, γιατί είναι μητρόπολη σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό. Η σχέση μου με τη Θεσσαλονίκη και με ανθρώπους που σχετίζονται με αυτήν υπήρξε επίσης καθοριστική. Και οι δύο είναι πόλεις που μπορούν να εμπνεύσουν.

Ποιες πόλεις θα λέγατε ότι υπήρξαν σταθμοί στη ζωή σας; Η Λεμεσός, όπου πέρασα τα πρώτα μου παιδικά χρόνια και χάραξα αργότερα το μεγαλύτερο κομμάτι της επαγγελματικής μου πορείας, η Λευκωσία, όπου μεγάλωσα, το Goettingen στη Γερμανία, όπου κυρίως σπούδασα, και τώρα η Πάφος.

Πού νιώθετε πιο βαθιά τις ρίζες σας; Στη Λεμεσό έζησα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου και επίσης εδώ είναι το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής του γιου μου. Οπόταν αναπόφευκτα θα έλεγα ότι η Λεμεσός είναι η πόλη στην οποία έχω ριζώσει πιο βαθιά.

Ποια είναι η πιο έντονη μυρωδιά από τα παιδικά σας χρόνια; Αν κάνω μια κατάδυση στη μνήμη, θα φτάσω ως παιδί στο πατρικό της μητέρας μου στη Βάσα, όπου περνούσαμε τα καλοκαίρια μας. Αν και έχουν περάσει περισσότερα από 40 χρόνια, θυμάμαι ακόμα έντονα τη μυρωδιά της υγρής δροσιάς του εσωτερικού δωματίου, εκείνη τη μυρωδιά του σώσπιτου.

Από τη Γεωργία εκείνων των χρόνων τι έχετε κρατήσει; Τη διάθεση να μαθαίνω και την όρεξη να ανακαλύπτω καινούρια πράγματα. Δεν μου αρέσει να μένω κολλημένη σε ένα σημείο και αυτό ίσως φαίνεται μέσα από την πορεία μου, καθώς και μέσα από την απόφασή μου να αφήσω το Θέατρο Ριάλτο και να έρθω στον Οργανισμό Πάφος 17, που ήταν μια τεράστια πρόκληση.

Το όνομά σας ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια συνώνυμο του Ριάλτο. Όλοι έχουν να λένε ότι ήσασταν η ψυχή του. Πώς πήρατε την απόφαση να το αποχωριστείτε; Το Ριάλτο ήταν ένας οργανισμός που ευτύχησε να αναπτυχθεί σε μια πολύ ευνοϊκή εποχή και που έλαμψε κυριολεκτικά χάρη στους ανθρώπους που το αποτελούσαν και τη γενναιοδωρία του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λεμεσού. Ήταν μια εξαιρετικά δημιουργική περίοδος, που αγάπησα πολύ. Όμως κάποια στιγμή, για διάφορους λόγους, ένιωσα ότι έπρεπε να το αφήσω και δεν θα μπορούσα να ευχηθώ στον εαυτό μου καμιά καλύτερη ευκαιρία από την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, τον μεγαλύτερο πολιτιστικό θεσμό, τον σημαντικότερο στην Ευρώπη.

Το Ριάλτο ήταν η πρώτη μεγάλη πρόκληση που συναντήσατε επαγγελματικά; Το Ριάλτο υπήρξε σταθμός, καθώς ήταν ένα σημαντικό θέατρο και ένας χώρος ο οποίος ιστορικά έφερε όλες τις μνήμες της Λεμεσού και των κατοίκων της. Ήταν ένας τόπος πολύ φορτισμένος και σημαντικός για την πόλη, που προβλεπόταν να γίνει σπουδαίος πολιτιστικός πυρήνας. Ήταν σαφέστατα μια πρόκληση. Αν και ήδη εργαζόμουν στο θέατρο της Λεμεσού τότε, την Εταιρεία Θεατρικής Ανάπτυξης, η απόσταση μέχρι το Ριάλτο ήταν μεγάλη. Ευτύχησα να ανήκω σε εκείνους που του έδωσαν ψυχή, μετατρέποντάς το στον οργανισμό που δικαιολογημένα θεωρείται ακόμη πρότυπο στην παραγωγή πολιτιστικών δράσεων στην Κύπρο. Και βέβαια, εύχομαι η δουλειά μου στην Πολιτιστική Πρωτεύουσα να κριθεί τουλάχιστον τόσο πετυχημένη όσο και αυτή του Ριάλτο.

Πόσο έτοιμη ήταν η Πάφος να υποδεχθεί το 2017; Η Πάφος είναι σαν έτοιμη από καιρό. Ο θεσμός είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί σε μια πόλη που επιθυμεί την αλλαγή και οι άνθρωποί της δούλεψαν σκληρά και κέρδισαν επάξια τον τίτλο. Αυτό που συντελείται σήμερα στην Πάφο από πολλές πλευρές -τον Δήμο, τον Οργανισμό Πάφος 2017, τους δημιουργούς, τους εθελοντές, τα σχολεία, την κοινωνική συμμετοχή- είναι ένας άθλος και ένα θαύμα, που θα αφήσει στα χρόνια που έρχονται μια ανανεωμένη πολιτιστικά και όχι μόνο Πάφο, μια σύγχρονη πόλη που θα μπορεί να ανταποκριθεί ισάξια με τις υπόλοιπες πόλεις στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής.

Πώς ανταποκρίνεται σε αυτές τις προκλήσεις το πρόγραμμα του Πάφος 17; Το πρόγραμμα επιχειρεί να είναι ένα «εργοστάσιο δημιουργικότητας» και παραγωγής πολιτισμού, δημιουργώντας ευκαιρίες, προοπτικές και γέφυρες ανάμεσα στους κατοίκους της Πάφου, ανάμεσα στις διάφορες κοινότητες, ανάμεσα σε Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριους, ανάμεσα στην Πάφο, την Κύπρο, τη Μεσόγειο και την Ευρώπη. Είναι μια σειρά από έργα που διερευνούν αυτές τις σχέσεις, τις εγγύτητες, αλλά και αναδεικνύουν ζητήματα που αφορούν τις αλλαγές στην περιοχή μας, τις ολοένα αυξανόμενες συγκρούσεις, την κρίση κ.ά. Με το κεντρικό σύνθημα του προγράμματος «Συνδέοντας ηπείρους, γεφυρώνοντας πολιτισμούς», εκφράζεται ακριβώς η πρόσκληση σε μια υπέρβαση όχι μόνο γεωγραφικών ορίων, αλλά και περιορισμών και συνόρων στις σχέσεις.

H ενασχόληση με τα πολιτιστικά όλα αυτά τα χρόνια πώς σας έχει επηρεάσει ως άνθρωπο; Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό. Ποτέ δεν ένιωσα ότι αυτό που κάνω είναι δουλειά. Η ενασχόλησή μου με τα πολιτιστικά με έχει κάνει πολύ πλουσιότερο ως άνθρωπο. Μου έχει δώσει πολλές χαρές, μου έχει χαρίσει γνώσεις και έφερε σημαντικούς ανθρώπους στον δρόμο μου. Είχα την ευτυχία, ή ακόμα και την ευλογία, να γνωρίσω σπουδαίους, εμπνευσμένους ανθρώπους, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό. Μπορεί να έχεις περάσει μια ολόκληρη ζωή χωρίς να σου έχει τύχει στον δρόμο σου κάποιος άνθρωπος που να σε έχει εμπνεύσει.

Ποια γνωριμία που κάνατε σας ενέπνευσε; Είναι πολλές οι προσωπικότητες που είχα την τύχη να συναντήσω. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Νίκος Κούνδουρος, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ανήκουν σίγουρα σε αυτούς, όπως και ο Θόδωρος Τερζόπουλος, ο Γιάννης Κουνέλλης, η Ελένη Αρβελέρ. Υπάρχουν όμως και πάρα πολλοί άλλοι, καλλιτέχνες, δημιουργοί, ακαδημαϊκοί, ίσως λιγότερο επώνυμοι, που ενισχύουν και αναδεικνύουν τον πολιτισμό σε όλες του τις εκφάνσεις, ειδικά στον μικρό μας και ενίοτε δύσκολο πολιτιστικά τόπο. Είμαι σίγουρη ότι το 2017 θα προσθέσει έναν μεγάλο αριθμό δημιουργών, καθώς το πρόγραμμα του Ανοικτού Εργοστασίου Πολιτισμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης Πάφος 2017 θα υποδεχθεί πολλούς και σημαντικούς δημιουργούς, όπως για παράδειγμα τον Κώστα Τσόκλη, τη Charlote Rampling, τη Fanny Ardant, αλλά και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου.

Ποια σπουδαία προσωπικότητα θα θέλατε να είχατε συναντήσει ή ελπίζετε να συναντήσετε; Θα ήθελα πολύ να συναντήσω τον Bob Dylan. Να διασταυρωθούν με κάποιο μαγικό τρόπο οι δρόμοι μας και να μείνω σε μια άκρη, να τον ακούω να αφηγείται τη ζωή του. Και τον Leonard Cohen θα ήθελα να είχα την ευκαιρία να συναντήσω. Οι ποιητές είναι ένα κομμάτι που θέλω να ανήκει στον κόσμο μου.

Εσείς διαβάζετε ποίηση; Διάβαζα, τώρα πολύ λιγότερο. Μου λείπει όμως και θα επανέλθω. Έχω αφήσει πολλά βιβλία που θα τελειώσω κάποτε.

Υπάρχει κάποιο βιβλίο που σας συντροφεύει από τα παιδικά σας χρόνια και στο οποίο επιστρέφετε ξανά και ξανά; Πια δεν έχω κανένα βιβλίο από τα παιδικά μου χρόνια. Δεν γύρισα ποτέ ξανά στο σπίτι μου στη Λευκωσία. Οι γονείς μου, απελπισμένοι όταν τα παιδιά τους εγκαταστάθηκαν στη Λεμεσό, έφυγαν κι αυτοί από τη Λευκωσία. Έτσι, το σπίτι όπως υπήρξε στην παιδική μας ηλικία δεν υπάρχει πια. Πολλά πράγματα λοιπόν χάθηκαν στην πορεία αυτή. Δεν έχω σχεδόν τίποτα από αυτά που είχα τον καιρό που ήμουν μαθήτρια. Θυμάμαι όμως κάποια από τα πρώτα μου αναγνώσματα, όπως τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που μου είχε κάνει εντύπωση.

Δεν σας τρομάζει το γεγονός ότι το μόνο που έχετε για να σας συνδέει με το παρελθόν σας είναι η μνήμη σας; Που δεν έχετε αντικείμενα να σας ξυπνάνε αναμνήσεις; Έχω την τάση να βλέπω μπροστά και να γυρνάω  λιγότερο πίσω. Γι’ αυτό άλλωστε δεν φρόντισα να αναπληρώσω ποτέ αυτό το κενό κρατώντας αρχείο με ενθυμήματα. Δεν μου αρέσει να αθροίζω πράγματα και εικόνες, μου φαίνονται βάρος. Μόνο μερικά γράμματα που είχα ανταλλάξει με τους γονείς μου και τη γιαγιά μου όταν σπούδαζα κρατάω από το παρελθόν και κάποιες φωτογραφίες. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που τους αρέσει να διατηρούν αρχείο στη ζωή τους, ίσως και γι’ αυτό δεν δίνω τόση σημασία σε πολλά πράγματα. Αργότερα, όταν δεν θα έχω αυτή την αθροιστική ικανότητα να ξαναδώ τη ζωή μου, όταν θ’ αρχίσει η μνήμη να αδυνατεί, ίσως και να το μετανιώσω. Ίσως κάποιος να πιστεύει ότι είναι μια λανθασμένη στάση, δεν ξέρω, πάντως για την ώρα είναι μια χαρά.

INFO: Η έναρξη των εκδηλώσεων του Πάφος 17 θα γίνει στις 28 και 29 Ιανουαρίου με μια σειρά από δράσεις που απλώνονται σε όλη την πόλη. Η τελετή εμπνέεται από την πρώτη θεματική του προγράμματος και αφηγείται τη γέννηση της Πάφου ως «έργο τέχνης». Το διήμερο προσκαλεί το κοινό να γνωρίσει την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης περπατώντας στην πόλη ανάμεσα σε παραστάσεις, κονσέρτα, χορωδίες και σημαντικές εκθέσεις.

Πηγή: Φιλελεύθερος/Θεοδώρα Γιάγκου/Στέλιος Καλλινίκου